βιβλιοχαρτοπωλείο

βιβλιοχαρτοπωλείο
το
κατάστημα πώλησης βιβλίων και γραφικής ύλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλιοχαρτοπώλης. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • βιβλιοχαρτοπωλείο — το μαγαζί, όπου πωλούνται βιβλία και είδη γραφικής ύλης: Κάθε Σεπτέμβριο τα βιβλιοχαρτοπωλεία είναι γεμάτα από μαθητές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”